Πρόσφατα συμμετείχα σε μια παραγωγή όπερας και είχα την ευκαιρία στη συνεργασία μου με τον σκηνοθέτη να αντιληφθώ την εντύπωση που είχε για το Θεό και τους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι τον γνωρίζουν.
Στην πρώτη σκηνή έχουμε παρόντες ένα σύνολο μοναχών οι οποίοι ασκητεύουν στην έρημο. Με το άνοιγμα της αυλαίας εμφανίζεται η ομάδα αυτή να αυτό-μαστιγώνεται. Όχι μόνο αυτή η σκηνή αλλά και γενικότερα το έργο κάθε φορά που αναφέρονταν στους μοναχούς, η σκηνοθεσία εξέφραζε αυτό το περιβάλλον απόλυτης λιτότητας, ενοχής, θλίψης, φόβου προς το θηλυκό αλλά και προς καθε τι απολαυστικό. Οι άνθρωποι ταλαιπωρημένοι και εξαντλημένοι από τη νηστεία και την αυτοτιμωρία, με συνοφρυωμένα πρόσωπα πάνω στη σκηνή με κεντρική ιδέα το ασπρόμαυρο και το πόνο. Κραυγές, θλίψη, αδυναμία, φόβος, ανασφάλεια. Αναρωτήθηκα που την βρήκε αυτή την εικόνα και την εντύπωση αυτός ο άνθρωπος. Όπως καταλαβαίνετε δεν ήμουν και πολύ χαρούμενος με την απάντηση.
Δυστυχώς αυτή η είναι η εικόνα που μεταδίδεται από τους «χριστιανούς» – με την πλατιά έννοια της λέξης για το Θεό. «Χριστιανούς» και το βάζω σε εισαγωγικά γιατί αυτή η λέξη είναι τόσο ταλαιπωρημένη και τόσο φορτισμένη με μηνύματα που δεν έχουν να κάνουν με την πραγματικότητα του Θεού όπως αυτός αποκαλύπτεται όχι μόνο από τα κείμενα της Αγίας Γραφής αλλά και από την καθημερινή εμπειρία αυτών που τον εμπιστεύονται και τον αγαπούν. Μάλιστα η εικόνα αυτή είναι ένα βλάσφημο κακέκτυπο του Θεού και του χαρακτήρα Του.
Εδώ υπάρχει ένας «κοινός κουβάς» μέσα στον οποίο ο μέσος και συνήθως ημιμαθής άνθρωπος πετάει οποιοδήποτε ερέθισμα φτάνει ως αυτόν, με το χαρακτηρισμό του χριστιανικού και του χριστιανισμού. Μέσα εκεί συνυπάρχουν άνθρωποι που γνώρισαν πραγματικά το Θεό μαζί με άλλους που τον περιέπαιξαν. Αποφάσεις που πάρθηκαν από ανθρώπους που κινήθηκαν από το άγιο πνεύμα Του και άλλων που πάρθηκαν από τις ανθρώπινες εξουσίες. Είναι κοινοί ληστές ντυμένοι σταυροφόροι και μάρτυρες της πίστης. Παραδείγματα τυπικισμού συντηρητισμού και οπισθοδρομικότητας συντροφικά με άλλα ουσιαστικότητας προοδευτικότητας και πρωτοπορίας. Παραδείγματα εκτυφλωτικού φωτός με περιπτώσεις σκοταδισμού κάθε μορφής. Όλα αυτά συνήθως για κοινωνικούς λόγους και για λόγους σκοπιμοτήτων ονοματισμένα ως χριστιανικά αντιμετωπίζονται ως θησαυρός της χριστιανικής εμπειρίας στην ιστορία της ανθρωπότητας των τελευταίων δύο χιλιάδων χρόνων, και συλλήβδην απορρίπτονται.
Απο την άλλη πως είναι δυνατόν άνθρωποι (χριστιανοί) που υποτίθεται οτι πιστεύουν σε ένα Θεό δημιουργό του κόσμου και του ανθρώπου, να μπορούν να θεωρούν ανεπίτρεπτο και αμαρτωλό αυτό που ο δημιουργός τους, έφιαξε για αυτούς; Πως είναι δυνατόν να μη βλέπουν όλο αυτά τα χρώματα στη φύση τα αρώματα τις γεύσεις τις υφές και τις αφές, τις ψυχικές ικανοποιήσεις; Πως είναι δυνατόν να μην ακούν όλη αυτή τη χαρά που είναι σκορπισμένη στη φύση, να μην νιώθουν τον έρωτα που ο Θεός σκόρπισε παντού και τον έφτιαξε να λειτουργεί μέσα στα σχέδια Του και να γεμίζει ικανοποίηση και χαρά όχι μόνο τον άνθρωπο αλλά όλη τη φύση;
Σαφώς το θέμα είναι τεράστιο και χρίζει εκτενούς τεκμηρίωσης αλλά μια τέτοια άποψη βρίσκουμε να προυπάρχει στο γνωστικισμό. Στην φιλοσοφική κίνηση αυτή που μετάγγισε τη δηλητηριώδη σκέψη της σε κοινότητες πρωτοχριστιανικές εξασφαλίζοντας την πρωτιά της αίρεσης στην αρχαία εκκλησία. Παρ ότι δεν έγινε αποδεκτή απο τους αποστόλους, μετά το θάνατό τους σταδιακά και σταθερά παρεισέφρησε με το μανδύα της θρησκείας και εγκαθυδρίθηκε παντού. Το “μότο” της μπορεί να εκφραστεί κάπως έτσι: Η ύλη δεν έχει καμία αξία αυτό που έχει αξία είναι το πνεύμα. Απο αυτη τη θέση προέρχονται οι δεκάδες των αλλιώσεων στην καθημερινή ζωή της εκκλησίας που είναι φανερές στα χριστιανικά θρησκευτικά μορφώματα όλων των δογμάτων.
Κυριάρχισε η άποψη οτι το σώμα είναι η φωλιά της αμαρτίας. Η ύλη πρέπει να πάρει υποδεέστερη θέση προκειμένου ο άνθρωπος να αναπτυχθεί πνευματικά. Οι δύο τάσεις που αναπτύσονται ως αποτέλεσμα των παραπάνω είναι οι εξείς
- Προκειμένου να ελευθερωθεί ο άνθρωπος απο το σώμα του, παραδίδεται σε μια φιλήδονη ζωή μες την ακολασία και την απόλαυση των αισθήσεων, όχι όμως για την ίδια την απόλαυση, αλλά για να προκαλέσει μέσο της “κρίσης του Θεού”, θάνατο του σώματος ωστε να απελευθερωθεί το πνεύμα.
- Στον αντίποδα αυτού ορθώνεται ο ασκητισμός. Η πρόκληση κακοπάθειας και ταλαιπωρίας στο σώμα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εξιδανικεύεται. Η απομόνωση η άρνηση κάθε απόλαυσης προκειμένου η ύλη να υποταχθεί στο πνεύμα και ο άνθρωπος να αναπτυχθεί σταδιακά ως την πνευματική του τεείωση γίνεται το επικρατέστερο ρεύμα, που καλυμμένο με το μανδύα του θρησκευτικού πνεύματος επιβλήθηκε παντού. Ο άνθρωπος δεν αρκεί πια να είναι πιστός για να εκτελέσει το σχέδιο του Θεού στη ζωή Του, αλλά θα πρεπει να ακολουθήσει μια κλίμακα άσκησης και εγκράτειας προκειμένου να εισέλθει στην αγιότητα.
Αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουμε να δούμε πόσο σχετίζονται αυτές οι απόψεις με το πνεύμα της Καινής Διαθήκης.
(συνεχίζεται)