Ο σύγχρονος άνθρωπος εμφανίζει ένα χαρακτηριστικό που για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας το συναντούμε τόσο γενικευμένο: την αντίληψη ότι το κάθε τί μπορεί να υποτάσσεται στη δική του αδέσμευτη λογική και στο δικό του ανθρώπινο μέτρο. . Αντιδρά εκ βαθέων στην ιδέα ότι υπάρχουν μέσα του ήδη κάποιες προδιαγραφές , κάποιοι προκαθορισμοί στους οποίους δεν μπορεί να επέμβει. Tον ξετρελαίνει η ιλιγγιώδης αύξηση της γνώσης μαζί με την αίσθηση αυτονόμησης που επιφέρει, και μέσα σε ατμόσφαιρα γενικευμένης σχετικοποίησης των αξιών νιώθει πως ελευθερία είναι να ζει «αυτοπροσδιοριζόμενος» κι όχι «ετεροπροσδιοριζόμενος» από υπέρτερες πραγματικότητες ή πιστεύω. Έτσι αναπτύσσει δυσανεξία για ορισμούς που στο παρελθόν τού ήταν αυτονόητοι όπως λ.χ. το φύλο του ή το γένος του.
“μέσα σε ατμόσφαιρα γενικευμένης σχετικοποίησης των αξιών νιώθει πως ελευθερία, είναι να ζει «αυτοπροσδιο-ριζόμενος» κι όχι «ετεροπροσδιορι-ζόμενος» από υπέ-ρτερες πραγματικό-τητες ή πιστεύω.”
Δουλεία με ψευδαίσθηση ελευθερίας
Όχι όμως και για κάθε εξάρτηση που του επιβάλλεται. Παρατηρούμε μια επιλεκτική δυσανεξία που εστιάζεται περισσότερο σε ότι έχει να κάνει με την ύπαρξη του προσωπικού Θεού και τη σημασία αυτού στη ζωή μας. Την ίδια στιγμή γρήγορα και αδιαμαρτύρητα υποτάσσεται σε όλο και περισσότερους εξαναγκασμούς και περιορισμούς της ελευθερίας του, της ιδιωτικότητας του, της βιοτικής του αυτονομίας, καθώς η παγκοσμιοποίηση το επιβάλλει,(όπως είναι η κομβικής σημασίας κατάργηση της αυτονομίας του στην παραγωγή τροφής και ενέργειας , η ψηφιοποίηση της ζωής με το συνακόλουθο έλεγχο της ιδιωτικότητας, οι δυνατότητες μαζικής χειραγώγησης από τα ΜΜΕ, ο διογκούμενος έλεγχος του κράτους ως την παραμικρή κίνηση , η υποταγή στους αμείλικτους νόμους των αγορών και πλήθος άλλοι ζωτικοί περιορισμοί της ελευθερίας) . Από όλους αυτούς τους εξαναγκασμούς, για κάποιο λόγο δεν αισθάνεται την ανάγκη να αποδράσει-τους καταχωρεί ως αναγκαίο κακό.
Πάντως, αυτή η ξετρελαμένη επιθυμία να ζήσει «αφ εαυτού» του, μετά από χιλιετίες κηδεμονίας ανθρώπων, συστημάτων, θεσμών και ιδεών φαίνεται στην εποχή μας να αποκτά ελπίδα πραγμάτωσης. Ποτέ στην ιστορία δεν υπήρξε τόσος χώρος και τόσο ευνοϊκό κλίμα για απόπειρες αυτοπροσδιορισμού του ατόμου, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Αποτινάσει λοιπόν ελεύθερα ό,τι νιώθει ότι τον πιέζει χωρίς λογοδοσία, και χωρίς θέμα ενοχής, νομιμοποιεί και θεσμοποιεί μάλιστα τέτοιες αποτινάξεις και επιβάλλει την αναγνώριση τους από τον κοινωνικό χώρο με νομοθετήματα. Έτσι συμβαίνει το εξής παράδοξο: ενώ στην πραγματική ζωή δουλοποιείται προοδευτικά σε όλο και περισσότερα πεδία, στη φαντασία του αναπτύσσει μια αίσθηση απελευθέρωσης που τον περιβάλλει ως πεποίθηση και βεβαιότητα αδιαμφισβήτητη.
Ενας μικρούλης βασιλιάς
Τι θα πρέπει να ζήσει κανείς για να καταλάβει την ανοησία ενός τέτοιου σκεπτικού; Πόσο θάνατο αγαπημένων του θα πρέπει να δεί, πόσο αλτσχάιμερ, πόσες ξαφνικές ανατροπές εξαιτίας ορισμών που τον υπερβαίνουν για να καταλάβει ότι όλη του η πολυπόθητη ανεξαρτησία είναι μόνο μια φαντασία; Ότι δεν είναι φτιαγμένος ως νιτσεϊκός υπεράνθρωπος όσο κι αν τον σαγηνεύει κάτι τέτοιο; Πως όση εξουσία κι αν καταφέρει να επιβάλλει στο διάβα της ζωής του , ο ίδιος φεύγει, τελειώνει, παρακμάζει, υποκύπτει στη φθορά και παρά τις αντιστάσεις του πεθαίνει!. Θα προλάβει να θέσει έγκαιρα και τολμηρά το ερώτημα «τι είμαι εγώ τελικά » και «γιατί υπάρχω» ;
Άνθρωπος = Πρόσωπο
Αν καταφέρει να αναρωτηθεί, αν ξυπνήσει από τη μέθη της υπεραπασχόλησης, από τη συνεχή αναβολή των υπαρξιακών αναζητήσεων, έχει μπροστά του την πιθανότητα να ανακαλύψει καταρχήν τη θεμελιώδη υπαρκτική αρχή, ότι η ύπαρξή του δεν είναι φτιαγμένη για να ζει σε ανεξαρτησία αλλά σε σχέση. Αυτό είναι ένα κομβικό σημείο για την ζωή του που προκύπτει εξ αρχής από το γεγονός ότι πριν απ’ όλα είναι πρόσωπο (:προς+όψις=κάτι που στέκεται απέναντι σε «όψη» , που κοινωνεί με μια ετερότητα). Η έννοια του προσώπου είναι ο πυρήνας της ανθρώπινης ύπαρξης από το βάθος της μέχρι την απλή καθημερινότητα της. Δεν μπορεί να υπάρξει διαφορετικά. Χωρίς την αίσθηση του προσώπου του ο άνθρωπος πεθαίνει ψυχικά πνευματικά και κοινωνικά.
Κι αν θέλουμε να πάμε λίγο πιο βαθιά, θα βρούμε ότι ακόμα κι αυτή η τόσο έντονη αντίδραση στον ετεροπροσδιορισμό εκπηγάζει από την απώλεια του προσώπου του, του αληθινού εαυτού του, τον οποίο θα βίωνε μόνο μέσα από κοινωνία. Όταν δεν νιώθει την πολυτιμότητα του να τού επιστρέφεται μέσα από μια αληθινή κοινωνία αγάπης μένει μόνο με τους προσδιορισμούς που του επιβάλλονται από μη αγαπητικές συμβάσεις της ζωής -από αυταρχικές εξουσίες, από ιερατεία, από την τυραννία των μαζών- και συνθλίβεται ως το μηδέν. Γι αυτό επαναστατεί και θέλει να πετάξει από πάνω του κάθε όριο και δεσμό, κάθε ετεροπροσδιορισμό, γιατί τα νιώθει όλα τούτα να τού υποδηλώνουν την ανυπαρξία του σαν πρόσωπο. Πώς όμως να βρει το πρόσωπο του όσο περιχαρακώνεται στην ατομικότητα του , αρνούμενος να ανοίξει τον εαυτό του σε σχέση; Και η σχέση για την οποία μιλάμε, και η οποία θα εκπηγάσει όλες τις άλλες, είναι η πρωταρχική σχέση με τον Δημιουργό του, το Πρόσωπο που έβαλε μέσα του μια τέτοια προδιαγραφή . Μόνο μέσα από αυτήν θα γνωρίσει σε ατμόσφαιρα απόλυτης ασφάλειας και αλήθειας το εκπληκτικό, παράξενο, ανεξήγητο φαινόμενο του σύμπαντος , την αγάπη: Ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο ως πρόσωπο,- που θα πει ως υποκείμενο αγαπητικό – γιατί αυτός ο ίδιος είναι αγάπη. Ο λόγος που ήρθαμε στην ύπαρξη είναι να μας αγαπήσει και να Του ανταποκριθούμε, μπαίνοντας σε μια αιώνια σχέση αγάπης.
Όσο είναι χωρισμένο από το Δημιουργό του, το πρόσωπο δεν μπορεί να πραγματωθεί γιατί αποτυγχάνει να βιώσει αυτήν την αγάπη. Ανικανοποίητο, θα γυρεύει απεγνωσμένα παντού και πάντα να βρει τον εαυτό του, χωρίς να καταλαβαίνει ότι ακόμα και όταν πασχίζει για αυτοπροσδιορισμό στην πραγματικότητα τη χαμένη σχέση λαχταρά.
Η κραυγή για ελευθερία
Κι είναι εδώ ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι η ελευθερία καθαυτή ποτέ δεν είναι το τελικό ζητούμενο. Πώς άλλωστε να είναι μέσα σ΄ένα κόσμο που δεν μπορεί καν να προσπελαστεί με τη γνώση για να ελεγχθεί; Πώς να ξέρει ο άνθρωπος μέσα σε ανεξέλεγκτες δυνατότητες , απειλές , άγνωστο, τι τον ωφελεί και τι τον βλάπτει; Ο πόθος για την ελευθερία έχει ένα βαθύτερο λόγο- κάτι πιο πέρα από την απλή απουσία καταναγκασμών : την ανάγκη να βιώσει και να φανερώσει προς τα έξω την υπόσταση του, την ταυτότητα του, την αυτόνομη θέληση του, το πρόσωπό του δηλαδή. Αυτό είναι το κεντρικό ζητούμενο. Κι όταν πασχίζει να βρει την ελευθερία μέσα στον απόλυτο αυτοπροσδιορισμό, στην πραγματικότητα αποστέλλει μια κραυγή: «είμαι επιτέλους κάτι από μόνος μου, όχι χυμένος μέσα στα όρια άλλων, κάτι ξεχωριστό και πολύτιμο, είμαι ικανός να αναδημιουργήσω ο ίδιος αξίες και να πάρω αποφάσεις που θα φέρουν την ευδαιμονία μου όπως ο ίδιος ορίσω!»
Προς ποιον όμως αυτή η κραυγή; Όχι προς ένα κουφό κενό. Ανεπίγνωστα απευθύνεται προς κάτι που θα μπορούσε να τη λάβει , να τον κατανοήσει, σαν να κοινωνούσε με το βάθος της ύπαρξής του. Χωρίς να το συνειδητοποιεί, ακόμα κι έτσι, αναζητά ένα Πρόσωπο. Αν επιλέξει να επαναστατεί στο Θεό αυτό το Πρόσωπο δεν θα το συναντήσει ποτέ και θα παρατείνει για όλο του το βίο το μαρτύριο της μη πραγμάτωσης .
Το κάλεσμα
Είναι τραγικό ωστόσο ότι την ίδια στιγμή ο Θεός με πάθος και με χίλιους τρόπους απευθύνει κι Αυτός την «κραυγή» Του: μέσα από την ευφυία και την τέχνη της Δημιουργίας, μέσα από την φροντίδα Του για τη ζωή μας, μέσα από τις ανάγκες για υπέρβαση προς το θείο που έχει εγγράψει μέσα μας, και κυρίως μέσα από το γεγονός ότι ο ίδιος έγινε άνθρωπος φτάνοντας ως το θάνατο για να αφαιρέσει το εμπόδιο της αμαρτίας, ώστε να είναι όλα έτοιμα για την σχέση μας. Ο Θεός, ο Δημιουργός, καλεί !
Ο Θεός μιλάει για τον εαυτό του μέσα από την ομορφιά και τη σοφία της δημιουργίας Του.
Αν κάποιος καταφέρει να ακούσει αυτό το κάλεσμα, και να το αναγνωρίσει ανάμεσα στα παράσιτα των ψευδών εντυπώσεων και των παραμορφώσεων του μες τους αιώνες, ο δρόμος θα τού είναι τότε ορατός: οδηγεί κατευθείαν στο σταυρωμένο Χριστό. Κι εκεί ο άνθρωπος εγκαταλείπει ολάκερη την ύπαρξή του στην αγάπη Του. Ευφρόσυνα κι αγαπητικά παραδίνει τον εαυτό του να τον ορίσει πια Εκείνος βρίσκοντας την ίδια στιγμή την ελευθερία του!
Η σχέση που πραγματώνει την ελευθερία
Έτσι αρχίζει αυτή η σχέση που ξεπερνά τη φθορά, το χώρο και το χρόνο και στη Βίβλο έχει τον όρο «αιώνια ζωή». Σύμφωνα με το λόγο Του όλο το λυτρωτικό έργο θα ισχύσει γι’ αυτόν δίνοντας του συγχώρηση και μια νέα ζωή στην ύπαρξή του του -που μπορεί να κοινωνεί πια ελεύθερα με τον άγιο Θεό, κι αυτό ακριβώς τού φέρνει την πολυπόθητη πραγμάτωση. Όπου όλες οι υπαρκτικές ανάγκες που απελπισμένα επιχειρεί να καλύψει η υπερδιόγκωση του ανασφαλούς «εγώ», καλύπτονται πλήρως, αφήνοντας βαθειά ικανοποίηση, ειρήνη, ελευθερία. Μια τέτοια ελευθερία δεν απειλείται καθόλου από την αποδοχή έξωθεν ορισμών, δεν φοβάται την υποταγή, τους ρόλους, τους θεσμούς, τους νόμους… γιατί δεν προκύπτει πια από τη θωράκιση του απομονωμένου εγώ, αλλά από την έξοδο του σε κοινωνία αγάπης. Είναι εμπειρία κάθε ανθρώπου που εμπιστεύτηκε την ύπαρξη του σε Κείνον, ότι ο Θεός δεν είναι -όπως τον κατηγορούν-κάποιος που τού συνθλίβει το πρόσωπο μέσα σε καταδυναστευτικούς νόμους αλλά ακριβώς το αντίθετο: αυτός που το εξάρει μέσα από το δόσιμο της αγάπης! Ακριβώς ανάλογα με τον ερωτευμένο που νιώθει την αξία του στο μέγιστο μέσα από τον έρωτα.
Έτσι, ένας τέτοιος « ετεροπροσδιορισμός», το να εμπιστευτείς την ύπαρξή σου να την οδηγήσει κάποιος Άλλος κι όχι ο εαυτός σου , όταν αυτός ο άλλος είναι ο Κύριος του Σύμπαντος, αυτός που έχει σε άπειρο μέτρο τη γνώση, τη δύναμη, την εξουσία, την καλοσύνη αλλά ταυτόχρονα- και πάνω απ’ όλα τούτα- είναι ο Αγαπημένος, είναι το πιο δυνατό βίωμα ελευθερίας! Μέσα από την ασφάλεια που απορρέει από τούτο, ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τις δημιουργικές του εκτινάξεις και στο φυσικό χώρο, να κάνει αληθινές σχέσεις με τους άλλους, να «ανθίσει» κι έτσι να λειτουργήσει η έννοια ελευθερία. Αντίθετα, έξω από αυτήν την «εξάρτηση» η ελευθερία, σε κάθε της βήμα, ενσωματώνει και το στοιχείο της απειλής, πράγμα που καταστρατηγεί την ίδια την ύπαρξή της.
Προσπαθώντας να βρει τον εαυτό του μέσα στην αυτονομία του , μακρυά απ’ τον Θεό, ο άνθρωπος αντιστρατεύεται την ίδια την υπόθεση για την οποία μάχεται: χάνει την ελευθερία του μέσα στα αδιέξοδα του ανικανοποίητου Εγώ και τις μοιραίες συγκρούσεις με τα άλλα Εγώ, και είτε εγκλωβίζεται στην οργή είτε πέφτει στην απογοήτευση και το μηδενισμό. Κι όλο τούτο γιατί η ανεξαρτησία δεν είναι παρά η ανέραστη τοποθέτηση του προσώπου που αρνείται τη λυτρωτική αγαπητική σχέση με το Δημιουργό του, πηγαίνοντας μοιραία ενάντια στις προδιαγραφές του.
Η πραγματικότητα που βιώνουμε στο σύγχρονο κόσμο επιβεβαιώνει το αδιέξοδο μιας τέτοιας επιλογής.